- Κόνραντ
- I
(Conrad, Τουλούζ 925 – 993). Βασιλιάς της Βουργουνδίας (937-995), γνωστός ως Κ. ο Ειρηνικός. Ανήλθε στον θρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του, Ροδόλφου Β’. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, καταδιώχθηκαν οι ομάδες των Σαρακηνών και των Ούγγρων που λεηλατούσαν τη χώρα του. Ο Κ. παντρεύτηκε τη κόρη του βασιλιά Λουδοβίκου Δ’.II(Conrad). Όνομα Γερμανών ηγεμόνων.1. Κ. Α’ (; – 918). Βασιλιάς της Γερμανίας (911-918). Ήταν γιος του δούκα της Φραγκονίας, Κ. του Λανγκάου, και αναφέρεται ως ο πρώτος Γερμανός βασιλιάς φραγκικής καταγωγής που δεν ανήκε στον οίκο των Καρολιδών. Όταν εξελέγη βασιλιάς των Γερμανών μετά τον θάνατο του βασιλιά Λουδοβίκου Δ’, ήταν ήδη δούκας της Φραγκονίας (906-911). Παρά την υποστήριξη του κλήρου, η εκλογή του συνάντησε την έντονη αντίδραση των Γερμανών ηγεμόνων, γεγονός που τον υποχρέωσε να διεξάγει αιματηρούς αγώνες, κυρίως εναντίον του δούκα της Βαυαρίας και της Σαξονίας. Πριν πεθάνει υπέδειξε ως διάδοχό του τον εχθρό του, Ερρίκο Β’ της Σαξονίας.2. Κ. Β’, ο λεγόμενος Σαλικός (990; – Ουτρέχτη 1039). Βασιλιάς της Γερμανίας (1024-39) και αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (1027-39). Δούκας της Φραγκονίας (1024-39), ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Γερμανίας μετά τον θάνατο του Ερρίκου Β’ της Σαξονίας. Το 1026 στέφθηκε στο Μιλάνο βασιλιάς της Ιταλίας. Κατόπιν μετέβη στη Ρώμη όπου το 1027 ο πάπας Ιωάννης ΙΘ’ τον έστεψε με μεγάλη επισημότητα αυτοκράτορα. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Γερμανία, απώθησε τους Πολωνούς εισβολείς και το 1034 προσάρτησε στο κράτος του τη Βουργουνδία. Κατά την πολιορκία του Μιλάνου (1037) κοινοποίησε την Constitutio de Seudis, με την οποία όριζε ως κληρονομικά και μικρότερα φέουδα.3. Κ. Γ’ (1093 – 1152). Βασιλιάς της Γερμανίας (1127-35, 1138-52). Ήταν ο δευτερότοκος γιος του δούκα της Σουηβίας Φρειδερίκου Α’ και της κόρης του αυτοκράτορα Ερρίκου Ε’, Αγνής, πρώτος βασιλιάς της δυναστείας Χοχενστάουφεν. Το 1115 έγινε δούκας της Φραγκονίας και τον επόμενο χρόνο στέφθηκε από τον Ερρίκο Ε’, μαζί με τον αδελφό του Φρειδερίκο Β’, αντιβασιλιάς της Γερμανίας. Το 1125 ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Βουργουνδίας και δύο χρόνια αργότερα ανήλθε στον θρόνο της Γερμανίας. Αμέσως μετά, αγνοώντας τις αντιδράσεις και τον αφορισμό του πάπα, στέφθηκε βασιλιάς της Ιταλίας και κατόρθωσε να αναγνωριστεί απ’ όλη τη βόρεια Ιταλία. Λίγο αργότερα ήρθε σε σύγκρουση με τον Λοθάριο της Σαξονίας, από τον οποίο τελικά ηττήθηκε και εκθρονίστηκε (1135). Μετά τον θάνατο του Λοθάριου (1137), οι Γερμανοί πρίγκιπες συγκεντρώθηκαν στο Κόμπλεντς και ανακήρυξαν για δεύτερη φορά τον Κ. βασιλιά της Γερμανίας. Ωστόσο, ο Κ. υποχρεώθηκε και πάλι να πολεμήσει, αυτή τη φορά εναντίον του ισχυρού δούκα της Βαυαρίας και Σαξονίας, Ερρίκου του Υπερήφανου, ο οποίος αντιδρούσε στην εκλογή του. Ο αγώνας ήταν σκληρός και αιματηρός, αλλά ο θάνατος του Ερρίκου επέτρεψε στον Κ. να υπερισχύσει και να καταλάβει το Βάινεμπεργκ, το κυριότερο οχυρό του αντιπάλου του. Σκοπεύοντας να εξοντώσει όλους τους άντρες κατά την παράδοση του οχυρού, ο Κ. άφησε τις γυναίκες να εγκαταλείψουν το φρούριο και να πάρουν μαζί τους οτιδήποτε πολυτιμότερο είχαν. Τότε εκείνες βγήκαν μεταφέροντας στους ώμους τους συζύγους, τα παιδιά και τους άλλους άντρες συγγενείς τους, ματαιώνοντας έτσι τα δολοφονικά σχέδια του βασιλιά. Με τη συνθήκη της Φρανκφούρτης (1142) που ακολούθησε, ο γιος του Ερρίκου του Υπερήφανου, Ερρίκος ο Λέων, διατήρησε το δουκάτο της Βαυαρίας. Τον ίδιο χρόνο ο Κ. αποκατέστησε στον θρόνο της Βοημίας τον γαμπρό του, Λαδίσλαο, και άρχισε να προετοιμάζει εκστρατεία εναντίον του βασιλιά της Σικελίας, Ρογήρου Α’, που εκείνη την εποχή αποτελούσε τη σοβαρότερη απειλή για τις κτήσεις του στην Ιταλία. Στην επιχείρηση εκείνη προσπάθησε να εξασφαλίσει τη βοήθεια του βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού, στον οποίο έδωσε, γι’ αυτόν τον σκοπό, ως σύζυγο την ετεροθαλή αδελφή του. Τελικά οι πολεμικές προετοιμασίες και τα σχέδια του Κ. εναντίον του Ρογήρου ματαιώθηκαν εξαιτίας νέων ταραχών που ξέσπασανστην αυτοκρατορία και της απόφασής του να συμμετάσχει στη Β’ Σταυροφορία (1147-48).Μετά την αποτυχία της πολιορκίας της Δαμασκού, ο Κ. πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου άρχισε και πάλι να προετοιμάζεται εναντίον του Ρογήρου. Η είδηση όμως ότι ο Ρογήρος συμμάχησε με τους Γάλλους και τους Βαυαρούς τον υποχρέωσε να επιστρέψει στη Γερμανία και να μην αποτολμήσει την εκστρατεία. Λίγο πριν πεθάνει όρισε διάδοχό του τον ανιψιό του, Φρειδερίκο Γ’.4. Κ. Δ’ (1228 – 1254). Βασιλιάς της Γερμανίας (1237-54), της Σικελίας και της Ιερουσαλήμ (1250-54). Γιος του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β’ –του τελευταίου αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας της δυναστείας των Χοχενστάουφεν– έγινε δούκας της Σουηβίας το 1235 και, δύο χρόνια αργότερα, αναγορεύτηκε στη Βιέννη βασιλιάς της Γερμανίας. Το 1246 ηττήθηκε από τον άρχοντα της Θουριγκίας Ερρίκο Ράσπε, αλλά λίγο αργότερα, με τη βοήθεια του πεθερού του, Όθωνα Β’, δούκα της Βαυαρίας, νίκησε τον αντίπαλό του και τον υποχρέωσε να περιοριστεί στη Θουριγκία. Στη συνέχεια αναγορεύτηκε βασιλιάς της Ιερουσαλήμ και της Σικελίας, συγκέντρωσε στρατό υποθηκεύοντας τα κτήματά του στη Σουηβία και, αφού διέσχισε τις Άλπεις, κατέλαβε την Απουλία, την Καπύη και τη Νάπολη. Από τον γάμο του με την κόρη του Όθωνα, Ελισάβετ, απέκτησε έναν γιο, τον Κ. ή Κοραδίνο.5. Κ. Ε’ του Χοχενστάουφεν, ο λεγόμενος Κοραδίνος (Βολφστάιν 1252 – Νάπολη 1268). Δούκας της Σουηβίας. Ήταν γιος του Κ. Δ’ και της Ελισάβετ της Βαυαρίας. Ενώ οι πόλεμοι της διαδοχής συγκλόνιζαν τη Γερμανία, ο Κ. δέχτηκε το 1266 την πρόταση των Ιταλών Γιβελίνων να διεκδικήσει το βασίλειο της Νάπολης, το οποίο ο πάπας είχε προσφέρει στον Κάρολο της Ανδηγαυίας. Ο Κ. διέσχισε την Ιταλία με τον εξάδελφό του, Φρειδερίκο της Αυστρίας, και ολιγάριθμο στρατό, περιμένοντας ενίσχυση από ιταλικά στρατεύματα. Τον Ιούλιο του 1268 εισέβαλε στη Ρώμη, την οποία ο πάπας Κλήμης Δ’ είχε ήδη εγκαταλείψει αφού πρώτα αφόρισε τον επιδρομέα. Παντού ο Κ. συνάντησε ευμενή υποδοχή, νικήθηκε όμως από τον Κάρολο της Ανδηγαυίας κοντά στο Ταλιακότσο (Αύγουστος 1268) και παραδόθηκε στον αντίπαλό του, ο οποίος τον αποκεφάλισε μαζί με τον Φρειδερίκο του Μπάντεν. Το τραγικό τέλος του τελευταίου εκπροσώπου της δυναστείας των Χοχενστάουφεν συγκλόνισε ολόκληρη την Ευρώπη και ιδιαίτερα τη Σικελία, η οποία μερικά χρόνια αργότερα ξεσηκώθηκε εναντίον του Καρόλου της Ανδηγαυίας. Ο πόλεμος που επακολούθησε χαρακτηρίστηκε από την τρομερή σφαγή που έμεινε γνωστή στην ιστορία ως Σικελικός Εσπερινός (Απρίλιος του 1282).III(Conrad). Όνομα διαφόρων Ευρωπαίων ευγενών.1. Κ. (; – 955). Δούκας της Φραγκονίας και της Λορένης (944-953). Έγινε δούκας μετά από πολύτιμες υπηρεσίες που προσέφερε στον Γερμανό βασιλιά Όθωνα τον Μεγάλο. Τρία χρόνια μετά την ανακήρυξή του σε δούκα της Λορένης, παντρεύτηκε την κόρη του Όθωνα, Λιουτγκάρδη. Ο Κ. πήρε μέρος στον πόλεμο ανάμεσα στον Λουδοβίκο Δ’, βασιλιά της Γαλλίας, και στον Ούγο τον Μεγάλο, δούκα του Παρισιού. Το 951 πήγε στην Ιταλία ως αντιπρόσωπος του πεθερού του και υπέγραψε συνθήκη με τον βασιλιά της Ιταλίας. Οι όροι της συνθήκης δυσαρέστησαν τον Όθωνα και του αφαίρεσε το δουκάτο. Ο Κ. σκοτώθηκε πολεμώντας στη μάχη του Λέχφελντ εναντίον των Ούγγρων.2. Κ. ο Μομφερατικός (; – 1192). Μαρκήσιος του Μομφεράτου (1188-92). Ήταν γιος του Μομφεράτου Γουλιέλμου Γ’ και είχε διακριθεί για την ανδρεία και τις στρατιωτικές αρετές του. Επικεφαλής στρατευμάτων, εστάλη από τον πατέρα του στην Ιταλία με σκοπό να αποτρέψει την κατάκτηση της χερσονήσου από τον αυτοκράτορα της Γερμανίας Φρειδερίκο Α’ και την εγκατάσταση γερμανικών δυνάμεων στην περιοχή. Στις μάχες που ακολούθησαν ο Κ. νίκησε κατά κράτος τους Γερμανούς και αιχμαλώτισε τον αρχηγό τους. Για την επιτυχία του αυτή, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μανουήλ Α’ Κομνηνός, που ενθάρρυνε και ενίσχυσε την πολεμική επιχείρηση, του απένειμε εξαιρετικές τιμές. Το 1186, στην πορεία του προς στα Ιεροσόλυμα, πέρασε από την Κωνσταντινούπολη, όπου ο τότε αυτοκράτορας Ισαάκιος Β’ Άγγελος Κομνηνός του επιφύλαξε θερμή υποδοχή. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, ο Κ. παντρεύτηκε την αδελφή του αυτοκράτορα, Θεοδώρα, και ταυτόχρονα ανακηρύχθηκε καίσαρας. Όταν ο στρατηγός Αλέξιος Βρανάς στασίασε και περικύκλωσε την Κωνσταντινούπολη, ο Κ. συγκρότησε δύναμη 750 στρατιωτών, συγκρούστηκε με τους στασιαστές, τους νίκησε και σκότωσε τον αρχηγό τους. Μετά τον θάνατο της συζύγου του, μετέβη στην Τύρο, όπου πήρε μέρος στις μάχες εναντίον του Αιγύπτιου σουλτάνου Σαλαδίνου (Σάλαχ αλ-Ντιν). Το 1190 παντρεύτηκε τη νεότερη κόρη του βασιλιά της Ιερουσαλήμ Αμαλάριχου, Ισαβέλλα, και απέκτησε έτσι δικαιώματα στον θρόνο της πόλης, η οποία εκείνη την εποχή είχε καταληφθεί από τον Σαλαντίν. Τελικά, λίγο πριν ανακηρυχθεί βασιλιάς, δολοφονήθηκε στην Τύρο.3. Κ. ο εκ Μαζοβίας (1187 – 1247). Πολωνός πρίγκιπας, γιος του δούκα Καζιμίρ B’. Θέλησε να κατακτήσει την Πρωσία και ζήτησε τη βοήθεια των Τευτόνων ιπποτών. Οι Τεύτονες όμως τον εξαπάτησαν και την κυρίευσαν για λογαριασμό τους.
Dictionary of Greek. 2013.